ἐφτωχός
Μεσαιωνικά ελληνικά
(gkm)
Ετυμολογία
ἐφτωχός
<
ἐ-
+
φτωχός
ή
ἐπτωχός
με τροπή στον τρόπο της άθρωσης
[pt] > [ft]
.
Επίθετο
ἐφτωχός
άλλη μορφή του
ἐπτωχός
→
δείτε
τις
λέξεις
πτωχός
και
φτωχός
This article is issued from
Wiktionary
. The text is licensed under
Creative Commons - Attribution - Sharealike
. Additional terms may apply for the media files.