ἐπ' ἀμοιβῇ
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
Έκφραση
ἐπ' ἀμοιβῇ
- (καθαρεύουσα) → δείτε επ' αμοιβή
- ※ Ὁ δημοσιεύων ἐπ' ἀμοιβῇ καὶ ἄνευ ἑτέρας συμφωνίας ἔργον αὑτοῦ εἰς ἐφημερίδα, περιοδικόν, ἐπετηρίδα, ἐτήσιον ἡμερολόγιον, ἀνθολογίαν κλπ. δὲν δικαιοῦνται νὰ ἀναδημοσιεύσῃ τοῦτο ἀλλαχοῦ πρὸ τῆς παρελεύσεως διετίας ἀπὸ τῆς ἀποπερατώσεως τῆς ὡς ἄνω δημοσιεύσεως.
- ≈ συνώνυμα: έναντι αμοιβής
Μεταφράσεις
ἐπ' ἀμοιβῇ
|
|
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.