ἐπιτηδές

Αρχαία ελληνικά (grc)

Ετυμολογία

ἐπιτηδές, αργότερα ἐπίτηδες < άγνωστης ετυμολογίας. Αδύνατη η εκδοχή συνεκφοράς της φράσης «ἐπὶ τάδε» λόγω του βραχέος ᾰ της αντωνυμίας τάδε που δεν εξηγεί το ήτα[1] ούτε η υπόθεση κάποιου ουσιαστικού *τῆδος [2]

Επίρρημα

ἐπιτηδές

  1. επίτηδες, σκόπιμα, εσκεμμένα
      8ος πκε αιώνας   Ὅμηρος, Ὀδύσσεια, 15 (ο. Τηλεμάχου ἐπάνοδος.), στίχ. 28 (28-29)
    μνηστήρων σ᾽ ἐπιτηδὲς ἀριστῆες λοχόωσιν | ἐν πορθμῷ Ἰθάκης τε Σάμοιό τε παιπαλοέσσης,
    οι πιο περήφανοι μνηστήρες φρόντισαν να σου στήσουνε καρτέρι, | σ᾽ εκείνο το στενό που αφήνουν μεταξύ τους η Ιθάκη και τ᾽ απόκρημνα βράχια της Σάμης,
    Μετάφραση σε πεζό (2006): Δημήτρης Ν. Μαρωνίτης, @greeklanguage.gr
  2. με πονηριά, προσποιητά, απατηλά
  3. κατάλληλα, όπως πρέπει

  • ιωνικός & αττικός τύπος: ἐπίτηδες
  • δωρικός τύπος: ἐπίτᾱδες

Παράγωγα

Αναφορές

  1. επίτηδες - Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2010). Ετυμολογικό Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας (Β' ανατύπωση. 2009: A' έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας.
  2. ἐπιτηδές σελ. 446 - Beekes, Robert S. P. (2010) Etymological Dictionary of Greek. [Ετυμολογικό λεξικό της ελληνικής γλώσσας] (στα αγγλικά) με την αρωγή του Lucien van Beek. Leiden: Brill. Τόμοι 12.

Πηγές

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.