χο χο

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

χο χο < (ηχομιμητική λέξη), απόδοση του αγγλικού ho, ho, ho, που θυμίζει τον αϊ-Βασίλη

Προφορά

ΔΦΑ : /xo xo/ & /ho ho/

Επιφώνημα

χο χο!

Συγγενικά

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.