χιμαιρικών
Νέα ελληνικά (el)
Κλιτικός τύπος επιθέτου
χιμαιρικών
- γενική πληθυντικού του χιμαιρικός
- γενική πληθυντικού του χιμαιρική
- γενική πληθυντικού του χιμαιρικό
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.