χιλιοτάλαντος

Αρχαία ελληνικά (grc)

Ετυμολογία

χιλιοτάλαντος < χίλιοι και τάλαντο

Επίθετο

χιλιοτάλαντος,ος,ον

  1. αξίας, κόστους χιλίων ταλάντων, γενικά πολύ υψηλού κόστους
    ἡμᾶς τὴν πόλιν καταχρυσοῦντας καὶ καλλωπίζοντας ὥσπερ ἀλαζόνα γυναῖκα, περιαπτομένην λίθους πολυτελεῖς καὶ ἀγάλματα καὶ ναοὺς χιλιοταλάντους. (Πλούταρχος, Περικλής)
  2. (μεταφορικά) πολύτιμος, ανεκτίμητος για ομορφιά ή και ειρωνικά
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.