φτεροπόδαρων

Νέα ελληνικά (el)

Κλιτικός τύπος επιθέτου

φτεροπόδαρων

  1. γενική πληθυντικού του φτεροπόδαρος
  2. γενική πληθυντικού του φτεροπόδαρη
  3. γενική πληθυντικού του φτεροπόδαρο
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.