φελλόδρυς

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

φελλόδρυς < φελλός και δρυς

Ουσιαστικό

φελλόδρυς θηλυκό

  • η ονομασία που έδωσε ο Θεόφραστος στην δρυ την ισπανική, δέντρο συγγενές με την δρυ την φελλοφόρο

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.