τεσσαρακοντούτις
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- τεσσαρακοντούτις < μεσαιωνική ελληνική τεσσαρακοντοῦτις < ελληνιστική κοινή τεσσαρακοντούτης / τεσσαρακονταέτης < αρχαία ελληνική τεσσαράκοντα + ἔτος
Μεταφράσεις
τεσσαρακοντούτις
|
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.