τα φέρνω γύρα

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

τα φέρνω γύρα < λείπει η ετυμολογία

Έκφραση

τα φέρνω γύρα

  1. τα καταφέρνω, τα βολεύω, τα κουμαντάρω
    • με τα οικονομικά
    • με κάποια κατάσταση
  2. υπεκφεύγω, αποφεύγω να εκφραστώ ευθέως, τα γυροφέρνω

Σημειώσεις

  • η έννοια του υπεκφεύγω σχεδόν ποτέ δεν χρησιμοποιείται σε πρώτο πρόσωπο

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.