τα προς το ζην

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

τα προς το ζην < τα (εννοείται, αναγκαία) προς το ζην, όπου το ζην είναι απαρέμφατο του αρχαίου ρήματος ζήω-ζῶ και γραφόταν ζῆν

Έκφραση

τα προς το ζην

  1. τα (αναγκαία) για να ζήσει κάποιος, ο επιούσιος
    Τώρα που είμαι άνεργη πώς θα βγάλουμε τα προς το ζην;
  2. (ειρωνικό) οι πολυτέλειες
    Και αν δεν έπαιρνε μίζα ο άνθρωπος πώς θα έβγαζε τα προς το ζην; Με το μισθουλάκο διευθυντή του δημοσίου;

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.