συσταλτών
Νέα ελληνικά (el)
Κλιτικός τύπος επιθέτου
συσταλτών
- γενική πληθυντικού του συσταλτός
- γενική πληθυντικού του συσταλτή
- γενική πληθυντικού του συσταλτό
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.