συνομοσπονδιακά
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
συνομοσπονδιακά < συνομοσπονδιακός
Επίρρημα
συνομοσπονδιακά
- → λείπει ο ορισμός (ή οι ορισμοί)
Μεταφράσεις
συνομοσπονδιακά
|
|
Κλιτικός τύπος επιθέτου
συνομοσπονδιακά
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του συνομοσπονδιακό
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.