συνοδευτικά
Νέα ελληνικά
(el)
Ετυμολογία
συνοδευτικά
<
συνοδευτικός
+
-ά
Επίρρημα
συνοδευτικά
με
συνοδευτικό
τρόπο
,
συνοδεύοντας
Μεταφράσεις
συνοδευτικά
Κλιτικός τύπος επιθέτου
συνοδευτικά
ονομαστική
,
αιτιατική
και
κλητική
πληθυντικού
του
συνοδευτικό
This article is issued from
Wiktionary
. The text is licensed under
Creative Commons - Attribution - Sharealike
. Additional terms may apply for the media files.