στενογραφικά
Νέα ελληνικά
(el)
Ετυμολογία
στενογραφικά
<
στενογραφικός
+
-ά
Επίρρημα
στενογραφικά
με
στενογραφικό
τρόπο
Μεταφράσεις
στενογραφικά
Κλιτικός τύπος επιθέτου
στενογραφικά
ονομαστική
,
αιτιατική
και
κλητική
πληθυντικού
του
στενογραφικό
This article is issued from
Wiktionary
. The text is licensed under
Creative Commons - Attribution - Sharealike
. Additional terms may apply for the media files.