σουτ
Νέα ελληνικά
(el)
ποδοσφαιριστής την ώρα του
σουτ
Ετυμολογία
σουτ
(ουσιαστικό) <
αγγλική
shoot
σουτ
(επιφώνημα) <
→
λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
σουτ
ουδέτερο
άκλιτο
(
αθλητισμός
)
η
βολή
Μεταφράσεις
σουτ
αγγλικά
:
shoot
(en)
γαλλικά
:
tir
(fr)
Επιφώνημα
σουτ
σιωπή
!
Μεταφράσεις
σουτ
γαλλικά
:
chut
(fr)
This article is issued from
Wiktionary
. The text is licensed under
Creative Commons - Attribution - Sharealike
. Additional terms may apply for the media files.