σάματις

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

σάματις < σάματι + κατά τα επιρρήματα σε -ς [1]

Προφορά

ΔΦΑ : /ˈsa.ma.tis/
τυπογραφικός συλλαβισμός: σάματις

Επίρρημα

σάματις

  • (λαϊκότροπο) άλλη μορφή του σάματι

Μεταφράσεις

Αναφορές

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.