πραγματευτάδες
Μεσαιωνικά ελληνικά (gkm)
Κλιτικός τύπος ουσιαστικού
πραγματευτάδες αρσενικό
- πληθυντικός αριθμός του πραγματευτής
- → δείτε παράθεμα στο πραγματευτής
- άλλες μορφές: πραματευτάδες
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.