πού πας ξυπόλυτος στ' αγκάθια
Νέα ελληνικά (el)
Έκφραση
πού πας ξυπόλυτος στ' αγκάθια
- για κάποιον που πρόκειται να αντιμετωπίσει δυσκολίες χωρίς να είναι προετοιμασμένος για αυτές
Συνώνυμα
- (χυδαίο) που πας ξεβράκωτος στ' αγγούρια
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.