παρ' ἐλπίδα
Αρχαία ελληνικά (grc)
Έκφραση
παρ’ ἐλπίδα (επιρρηματική έκφραση)
- παρ' ελπίδα, παρά την ελπίδα, ανέλπιστα
- ※ 6ος/5ος αιώνας πκε ⌘ Αισχύλος, Αγαμέμνων, στίχ.899. Μετάφραση (1911): Ι.Γρυπάρης @greek-language.gr
- καὶ γῆν φανεῖσαν ναυτίλοις παρ’ ἐλπίδα, (στεριά που βλέπει ανέλπιστα ο θαλασσομάχος)
- ※ 5ος αιώνας πκε ⌘ Σοφοκλής, Φιλοκτήτης, στίχ.882. Μετάφραση (1937): Ι.Γρυπάρης @greek-language.gr
- ἀλλ᾽ ἥδομαι μέν σ᾽ εἰσιδὼν παρ’ ἐλπίδα (Χαίρω που σέ ειδα παρά κάθ᾽ ελπίδα)
- ※ 6ος/5ος αιώνας πκε ⌘ Αισχύλος, Αγαμέμνων, στίχ.899. Μετάφραση (1911): Ι.Γρυπάρης @greek-language.gr
Συνώνυμα
- ἐκτὸς ἐλπίδος
- ἀνελπίστως
Συγγενικά
- ἐς ἐλπίδα
- ἐπ' ἐλπίδας
Πηγές
- ἐλπίς - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.