παραφωνώ
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- παραφωνώ < παραφωνία + -ώ (αναδρομικός σχηματισμός)[1]
Κλίση
Ενεργητική φωνή
| Εξακολουθητικοί χρόνοι | ||||||
|---|---|---|---|---|---|---|
| πρόσωπα | Ενεστώτας | Παρατατικός | Εξ. Μέλλ. | Υποτακτική | Προστακτική | Μετοχή |
| α' ενικ. | παραφωνώ | παραφωνούσα | θα παραφωνώ | να παραφωνώ | παραφωνώντας | |
| β' ενικ. | παραφωνείς | παραφωνούσες | θα παραφωνείς | να παραφωνείς | (παραφώνει) | |
| γ' ενικ. | παραφωνεί | παραφωνούσε | θα παραφωνεί | να παραφωνεί | ||
| α' πληθ. | παραφωνούμε | παραφωνούσαμε | θα παραφωνούμε | να παραφωνούμε | ||
| β' πληθ. | παραφωνείτε | παραφωνούσατε | θα παραφωνείτε | να παραφωνείτε | παραφωνείτε | |
| γ' πληθ. | παραφωνούν(ε) | παραφωνούσαν(ε) | θα παραφωνούν(ε) | να παραφωνούν(ε) | ||
| Συνοπτικοί χρόνοι | ||||||
| πρόσωπα | Αόριστος | Συνοπτ. Μέλλ. | Υποτακτική | Προστακτική | Απαρέμφατο | |
| α' ενικ. | παραφώνησα | θα παραφωνήσω | να παραφωνήσω | παραφωνήσει | ||
| β' ενικ. | παραφώνησες | θα παραφωνήσεις | να παραφωνήσεις | παραφώνησε | ||
| γ' ενικ. | παραφώνησε | θα παραφωνήσει | να παραφωνήσει | |||
| α' πληθ. | παραφωνήσαμε | θα παραφωνήσουμε | να παραφωνήσουμε | |||
| β' πληθ. | παραφωνήσατε | θα παραφωνήσετε | να παραφωνήσετε | παραφωνήστε | ||
| γ' πληθ. | παραφώνησαν παραφωνήσαν(ε) |
θα παραφωνήσουν(ε) | να παραφωνήσουν(ε) | |||
| Συντελεσμένοι χρόνοι | ||||||
| πρόσωπα | Παρακείμενος | Υπερσυντέλικος | Συντελ. Μέλλ. | Υποτακτική | Προστακτική | |
| α' ενικ. | έχω παραφωνήσει | είχα παραφωνήσει | θα έχω παραφωνήσει | να έχω παραφωνήσει | ||
| β' ενικ. | έχεις παραφωνήσει | είχες παραφωνήσει | θα έχεις παραφωνήσει | να έχεις παραφωνήσει | ||
| γ' ενικ. | έχει παραφωνήσει | είχε παραφωνήσει | θα έχει παραφωνήσει | να έχει παραφωνήσει | ||
| α' πληθ. | έχουμε παραφωνήσει | είχαμε παραφωνήσει | θα έχουμε παραφωνήσει | να έχουμε παραφωνήσει | ||
| β' πληθ. | έχετε παραφωνήσει | είχατε παραφωνήσει | θα έχετε παραφωνήσει | να έχετε παραφωνήσει | ||
| γ' πληθ. | έχουν παραφωνήσει | είχαν παραφωνήσει | θα έχουν παραφωνήσει | να έχουν παραφωνήσει |
| |
Μεταφράσεις
παραφωνώ
|
|
- παραφωνώ - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.