πέφτω κάτω από τα γέλια
Νέα ελληνικά (el)
Έκφραση
πέφτω κάτω από τα γέλια (el)
- γελάω θορυβωδώς/φωναχτά και σε μεγάλη διάρκεια και βιώνω συναισθηματικά έντονα/χαρούμενα την αιτία του γέλιου
Συνώνυμα
πέφτω κάτω από τα γέλια (el) κατουριέμαι από τα γέλια (el)
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.