ουδέν κακόν αμιγές καλού

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

ουδέν κακόν αμιγές καλού  δείτε τις λέξεις ουδέν, κακός, κακόν, αμιγής και καλός στη γενική ενικού, κυριολεκτικά: κανένα κακό, χωριστό από καλό.
< ύστερη ελληνιστική κοινή , φράση: Οὐδὲ τὸ κακὸν ἀμιγὲς καὶ τοῦ ἀγαθοῦ
  «Οὐδὲ γὰρ ἐνταῦθα τὸ κακὸν ἀμιγὲς καὶ τοῦ ἀγαθοῦ παντελῶς ἔρημον ὑποστῆναι θεμιτόν, ἀλλ' εἰ καὶ τῷ μέρει τὸ τοιόνδε κακόν, τῷ γε ὅλῳ καὶ παντὶ πάντως ἀγαθόν.» (Πρόκλος (5ος αι. μ.Χ.), Περὶ τῆς κατὰ Πλάτωνα θεολογίας, 1.84.16-18) λείπει η μετάφραση

Έκφραση

ουδέν κακόν αμιγές καλού

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.