ορθογώνιο παραλληλεπίπεδο
Νέα ελληνικά (el)
Πολυλεκτικός όρος
ορθογώνιο παραλληλεπίπεδο ουδέτερο
- (γεωμετρία) στερεό εξάεδρο σχήμα που έχει τρία ζεύγη παράλληλων εδρών, οι έδρες του είναι παραλληλόγραμμα, και όλες οι γωνίες του είναι ορθές
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.