ξανθότριχο

Νέα ελληνικά (el)

Κλιτικός τύπος επιθέτου

ξανθότριχο

  1. αιτιατική ενικού του ξανθότριχος
  2. ονομαστική, αιτιατική και κλητική ενικού, ουδέτερου γένους του ξανθότριχος
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.