μικρασιάτικων

Νέα ελληνικά (el)

Κλιτικός τύπος επιθέτου

μικρασιάτικων

  1. γενική πληθυντικού του μικρασιάτικος
  2. γενική πληθυντικού του μικρασιάτικη
  3. γενική πληθυντικού του μικρασιάτικο
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.