μηχανικός λογισμικού
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- μηχανικός λογισμικού < → δείτε τις λέξεις μηχανικός και λογισμικό < (μεταφραστικό δάνειο) αγγλική software engineer
Πολυλεκτικός όρος
μηχανικός λογισμικού
- (λογισμικό) αυτός που σχεδιάζει και υλοποιεί εφαρμογές λογισμικού
Μεταφράσεις
μηχανικός λογισμικού
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.