με το αζημίωτο

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

με το αζημίωτο,  δείτε τις λέξεις με και αζημίωτος

Έκφραση

με το αζημίωτο

  • επιρρηματική φράση που δείχνει ότι θα υπάρξει κάποια ανταμοιβή, συνήθως οικονομική
    η δουλειά θα γίνει και με το αζημίωτο


Συνώνυμα

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.