μεσημεριανό
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- μεσημεριανό < μεσημεριανό γεύμα
Συνώνυμα
Μεταφράσεις
Κλιτικός τύπος επιθέτου
μεσημεριανό
- αιτιατική ενικού του μεσημεριανός
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική ενικού, ουδέτερου γένους του μεσημεριανός
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.