μαυρ-

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

μαυρ- < (μαύρος) μαυρο- όταν το επόμενο συνθετικό αρχίζει από φωνήεν

Προφορά

ΔΦΑ : /maˈvɾ/

Πρόθημα

μαυρ-

  • Νεοελληνικές λέξεις με πρόθημα μαυρ- στο Βικιλεξικό

δείτε και

  • Νεοελληνικές λέξεις με πρόθημα μαυρο- στο Βικιλεξικό
  • Νεοελληνικές λέξεις με πρόθημα μαυρό- στο Βικιλεξικό
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.