λυρικά
Νέα ελληνικά
(el)
Ετυμολογία
λυρικά
<
λυρικός
Επίρρημα
λυρικά
με
λυρικό
τρόπο, με
λυρισμό
Μεταφράσεις
λυρικά
Κλιτικός τύπος επιθέτου
λυρικά
ονομαστική
,
αιτιατική
και
κλητική
πληθυντικού
του
λυρικό
This article is issued from
Wiktionary
. The text is licensed under
Creative Commons - Attribution - Sharealike
. Additional terms may apply for the media files.