κόβω την τράπουλα

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

κόβω την τράπουλα, <  δείτε τις λέξεις κόβω και τράπουλα.

Έκφραση

κόβω την τράπουλα

  • μετά το ανακάτεμα των καρτών της τράπουλας, τοποθετώ αυτή στο τραπέζι και την χωρίζω τυχαία σε δύο μέρη.

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.