κυττάζω

Αυτό το λήμμα χρειάζεται επιμέλεια,
ώστε να ανταποκρίνεται σε υψηλότερες προδιαγραφές συντακτικής ποιότητας ή μορφοποίησης.

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

κυττάζω < λείπει η ετυμολογία και η εξήγηση της παλιότερης γραφής

Προφορά

ΔΦΑ : /ciˈta.zo/
τυπογραφικός συλλαβισμός: κυττάζω

Ρήμα

κυττάζω

  • (παρωχημένο) παλιότερη γραφή του κοιτάζω
      Χλωμὴ Σελήνη, δὲν νυστάζεις; / δὲν λησμονεῖς ταὶς τόσαις ἔννοιαις; / Γιατὶ, Σελήνη, μὲ κυττάζεις / μὲ τῂς ματιαὶς τῂς ἀσημένιαις; (Ιωάννης Πολέμης, Προς την σελήνην, 1889)

Κλίση

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.