κυριακάτικο
Νέα ελληνικά (el)
Κλιτικός τύπος επιθέτου
κυριακάτικο
- αιτιατική ενικού του κυριακάτικος
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική ενικού, ουδέτερου γένους του κυριακάτικος
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.