κοινωνικός δαρβινισμός

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

κοινωνικός δαρβινισμός < (μεταφραστικό δάνειο) την αγγλική social Darwinism
 δείτε τη λέξη  κοινωνικός και δαρβινισμός

Πολυλεκτικός όρος

κοινωνικός δαρβινισμός αρσενικό

  • η αντίληψη ότι η θεωρία του Δαρβίνου περί εξέλιξης μέσω της φυσικής επιλογής έχει ισχύ και ως προς τις κοινωνικές δομές

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.