καθολική αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- → δείτε τις λέξεις καθολικός και αναζήτηση, μεταφραστικό δάνειο από την αγγλική global search
Πολυλεκτικός όρος
καθολική αναζήτηση
- (πληροφορική, κανονικές εκφράσεις) η αναζήτηση όλων των εμφανίσεων μιας έκφρασης ή ενός συμβόλου μέσα σ' ένα κείμενο (σε μια συμβολοσειρά) σε αντίθεση με την απλή αναζήτηση που βρίσκει μόνο την πρώτη εμφάνιση
- Συνήθως στις αντίστοιχες εντολές ενεργοποιείται με την χρήση του γράμματος
g
- Συνήθως στις αντίστοιχες εντολές ενεργοποιείται με την χρήση του γράμματος
Μεταφράσεις
καθολική αναζήτηση
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.