ισιωτικό μαλλιών
Νέα ελληνικά (el)

ισιωτικό μαλλιών με κεραμικές πλάκες
Ετυμολογία
- ισιωτικό μαλλιών < → δείτε τις λέξεις ισιωτικός και μαλλιά
Πολυλεκτικός όρος
ισιωτικό μαλλιών
- ηλεκτρική συσκευή με σχήμα λαβίδας ή ψαλιδιού, με δύο μακρόστενες επίπεδες επιφάνειες ανάμεσα στις οποίες πιέζονται και θερμαίνονται τα μαλλιά για το ίσιωμά τους, για να μην είναι σγουρά
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.