ιππότη
Νέα ελληνικά
(el)
Κλιτικός τύπος ουσιαστικού
ιππότη
αρσενικό
γενική
,
αιτιατική
και
κλητική
ενικού
του
ιππότης
παλαιότεροι τύποι:
γενική ενικού:
τοῦ
ἱππότου
αιτιατική ενικού:
τὸν
ἱππότην
κλητική ενικού:
ὦ
ἱππότα
!
This article is issued from
Wiktionary
. The text is licensed under
Creative Commons - Attribution - Sharealike
. Additional terms may apply for the media files.