ιντερλίνγκουε
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- ιντερλίνγκουε < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
ιντερλίνγκουε άκλιτο, θηλυκό, μόνο στον ενικό ή ουδέτερο, μόνο στον πληθυντικό
- διεθνής τεχνητή γλώσσα που δημιουργήθηκε από τον Βαλτο-Γερμανό αξιωματικό του ναυτικού και δάσκαλο Έντγκαρ ντε Βαλ (Edgar de Wahl) και δημοσιεύθηκε το 1922.
Σημειώσεις
- Δεν πρόκειται για την ίδια γλώσσα με την ιντερλίνγκουα
- Γνωστή παλαιότερα ως Occidental
Μεταφράσεις
ιντερλίνγκουε
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.