θελημάτων

Νέα ελληνικά (el)

Κλιτικός τύπος ουσιαστικού

των θελημάτων (el) ουδέτερο

  • γενική πληθυντικού

  • το θέλημα (το ίδιο ουσιαστικό στην ονομαστική ενικού)


Σημειώσεις
  • Τα ουσιαστικά πρωτίστως καταχωρούνται λεξικογραφικά στην ονομαστική ενικού (ή την ονομαστική πληθυντικού στις σπάνιες περιπτώσεις που δεν υφίσταται ενικός), δευτερογενώς πλουσιότερα λεξικά εμπεριέχουν όλες τις κλήσεις (με τα άρθρα του εάν είναι πλήρη). Σε ένα πλήρες ακαδημαϊκό λεξικό τίποτα δεν εννοείται• και οτιδήποτε βοηθητικό για τον αναγνώστη αναφέρεται σαφώς.
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.