θαλασσοκρατέω
Αρχαία ελληνικά (grc)
Ρήμα
θαλασσοκρατέω / θαλαττοκρατῶ
- κυριαρχώ στην θάλασσα, είμαι ισχυρός στη θάλασσα
- ※ ※ 5ος πκε αιώνας ⌘ Ἡρόδοτος, Ἱστορίαι, 3 (Θάλεια), 122.2
- Πολυκράτης γὰρ ἐστὶ πρῶτος τῶν ἡμεῖς ἴδμεν Ἑλλήνων ὃς θαλασσοκρατέειν ἐπενοήθη,.
- ο Πολυκράτης δε ήταν ο πρώτος από αυτούς του Έλληνες που εμείς γνωρίζουμε, που θεωρήθηκε ότι ήταν κυρίαρχος των θαλασσών.
- Πολυκράτης γὰρ ἐστὶ πρῶτος τῶν ἡμεῖς ἴδμεν Ἑλλήνων ὃς θαλασσοκρατέειν ἐπενοήθη,.
- ※ ※ 5ος πκε αιώνας ⌘ Ἡρόδοτος, Ἱστορίαι, 3 (Θάλεια), 122.2
- αττικός τύπος : θαλαττοκρατέω
Πηγές
- θαλασσοκρατέω - Επιτομή του Λεξικού Λίντελ-Σκοτ, Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος, 2007), Ψηφίδες στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2012
- θαλασσοκρατέω - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.