ηλεκτρική εγκατάσταση
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- ηλεκτρική εγκατάσταση, → δείτε τις λέξεις ηλεκτρικός και εγκατάσταση
Πολυλεκτικός όρος
ηλεκτρική εγκατάσταση θηλυκό
- το σύνολο των ηλεκτρικών κυκλωμάτων που επιτρέπουν τον εφοδιασμό με ηλεκτρικό ρεύμα
Μεταφράσεις
ηλεκτρική εγκατάσταση
|
|
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.