ζητιέμαι

Νέα ελληνικά (el)

Προφορά

ΔΦΑ : /ziˈtçe.me/
τυπογραφικός συλλαβισμός: ζητιέμαι

Ρήμα

ζητιέμαι

  1. παθητική φωνή του ρήματος ζητώ
    ζητιούνται πολύ τα σκισμένα τζην· είναι της μόδας φέτος

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.