ζητήσεις

Νέα ελληνικά (el)

Ρηματικός τύπος

ζητήσεις

  1. (να, ας, αν, ίσως κλπ) β' ενικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος ζητώ
  2. θα ζητήσεις: β' ενικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος ζητώ

Κλιτικός τύπος ουσιαστικού

ζητήσεις θηλυκό

  1. ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του ζήτηση
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.