εἵργνυμι
Αρχαία ελληνικά (grc)
Ετυμολογία
- εἵργνυμι < → λείπει η ετυμολογία
Ρήμα
εἵργνυμι
- φυλακίζω
- κλειδώνω, σωπαίνω
- ※ 8ος πκε αιώνας ⌘ Ὅμηρος, Ὀδύσσεια, 10 (κ. Ἀλκίνου ἀπόλογοι: Τὰ περὶ Αἴολον, Λαιστρυγόνας καὶ Κίρκην.), στίχ. 238 (στίχοι 237-238)
- αὐτὰρ ἐπεὶ δῶκέν τε καὶ ἔκπιον, αὐτίκ᾽ ἔπειτα | ῥάβδῳ πεπληγυῖα κατὰ συφεοῖσιν ἐέργνυ.
- Κι όπως τους έδωσε να πιουν, το ήπιαν όλο· τότε | τους χτύπησε με το ραβδί της και τους έκλεισε στο χοιροστάσι.
- Μετάφραση σε πεζό (2006): Δημήτρης Μαρωνίτης @greek-language.gr
- ※ 8ος πκε αιώνας ⌘ Ὅμηρος, Ὀδύσσεια, 10 (κ. Ἀλκίνου ἀπόλογοι: Τὰ περὶ Αἴολον, Λαιστρυγόνας καὶ Κίρκην.), στίχ. 238 (στίχοι 237-238)
- εἱργνύω
- εἴργω
- ἔργω
Συγγενικά
- εἱργμός
- εἱρκτή
- καθείργνυμι
- κατείργνυμι
- συνείργνυμι
- εἱργμοφύλαξ
- εἰργμοφύλαξ
- εἰργμένος
→ και δείτε τη λέξη εἵργω
Κλίση
- → λείπει η κλίση
Πηγές
- εἵργνυμι - Επιτομή του Λεξικού Λίντελ-Σκοτ, Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος, 2007), Ψηφίδες στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2012
- εἵργνυμι - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.