επιφυλακτικά
Νέα ελληνικά
(el)
Ετυμολογία
επιφυλακτικά
<
επιφυλακτικός
+
-ά
Επίρρημα
επιφυλακτικά
με
επιφυλακτικό
τρόπο
Μεταφράσεις
επιφυλακτικά
Κλιτικός τύπος επιθέτου
επιφυλακτικά
ονομαστική
,
αιτιατική
και
κλητική
πληθυντικού
του
επιφυλακτικό
This article is issued from
Wiktionary
. The text is licensed under
Creative Commons - Attribution - Sharealike
. Additional terms may apply for the media files.