εμμέσως πλην σαφώς
Νέα ελληνικά (el)
Έκφραση
εμμέσως πλην σαφώς
- (λόγιο) πλαγίως ή κάπως συγκαλυμμένα αλλά και με τρόπο που δεν αφήνει περιθώριο αμφιβολίας
- εμμέσως πλην σαφώς μου είπε να μην της κάνω πρόταση διότι δεν σκοπεύει να τη δεχθεί
Σημειώσεις
- ἐμμέσως πλήν σαφῶς (πολυτονικό)
Μεταφράσεις
εμμέσως πλην σαφώς
|
|
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.