εκφωνήσεις

Νέα ελληνικά (el)

Ρηματικός τύπος

εκφωνήσεις

  1. (να, ας, αν, ίσως κλπ) β' ενικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος εκφωνώ
  2. θα εκφωνήσεις: β' ενικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος εκφωνώ

Κλιτικός τύπος ουσιαστικού

εκφωνήσεις θηλυκό

  1. ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του εκφώνηση
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.