εκμηδενιστής

Νέα ελληνικά (el)

λείπει η κλίση

Ετυμολογία

εκμηδενιστής < λείπει η ετυμολογία

Ουσιαστικό

εκμηδενιστής αρσενικό

  1. απόλυτος καταστροφέας
  2. φονιάς, γενοκτόνος

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.