είδα κι απόειδα
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
Ουσιαστικό
είδα κι απόειδα
- (λαϊκότροπο) εξέτασα και βεβαιώθηκα, ξαναεξέτασα και απογοητεύτηκα μετά από πολλές αποτυχημένες προσπάθειες
- ※ Να μην τα πολυλογώ, είδα κι απόειδα, έκαμα στανικά εκείνο που δεν ήθελα να γίνη με θέλημά μου
- Ανδρέας Καρκαβίτσας, Τα δυο σκέλεθρα, συλλογή διηγημάτων Παλιές αγάπες (έκδοση: 1900)
- ※ Να μην τα πολυλογώ, είδα κι απόειδα, έκαμα στανικά εκείνο που δεν ήθελα να γίνη με θέλημά μου
Μεταφράσεις
είδα κι απόειδα
|
|
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.